Έγραψαν για το Σπιρτόκουτο…

•18 Δεκεμβρίου, 2007 • Σχολιάστε

rejectedΘεωρώ άθλημα μέγα και άθλο το ανέβασμα του Σπιρτόκουτου στο θέατρο. Ο κόσμος του Οικονομίδη δεν έχει ελπίδα και η απελπισία του είναι πως το βροντοφωνάζει. Τηρουμένων βέβαια των αναλογιών, στο Σαρτρ «η κόλαση είναι οι άλλοι», εδώ η κόλαση είναι όλοι!
Γιάννης Βαρβέρης – ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ 18/11/07

Οι αντιήρωες του διαθέτουν κάμποσα κουσούρια (ρατσισμός, σεξισμός, αυταρχισμός, καιροσκοπισμός) και άλλα τόσα βιολογικά κλισέ της ελληνικής φυλής (πείσμα, νταλκάς, κουτοπονηριά, μεσογειακή βαρβατίλα). Μόνο που ο Οικονομίδης τους χαρίζει μια βαθιά ανθρώπινη υπόσταση, καθιστώντας τους σπαρακτικούς μέσα στην διαφάνεια της τραγελαφικής μικροαστικής απελπισίας τους.
Μια φρέσκια παράσταση, με δυνατές ερμηνείες, ιδανική για θεατές με γερά νεύρα και… αντοχή στα μπινελίκια.
Ιλειάνα Δημάδη – ΑΘΗΝΟΡΑΜΑ 6/12/2007

skitsoΒήμα – βήμα, βρισιά στη βρισιά, καρφί στο καρφί, η τυφλή βία κλιμακώνεται. Κανείς δεν λυπάται κανέναν. Όλοι αισθάνονται ότι τους δυναμιτίζουν το παρόν, ότι τους αρπάζουν το μέλλον. Οι λέξεις φεύγουν σα βλήματα, τα μυστικά ομολογούνται με τη δολοφονική εκδικητική μανία. Όλοι στρέφονται εναντίον όλων και το Σπιρτόκουτο παίρνει φωτιά. Το φινάλε του έργου τίποτα καλό δεν προμηνύει για την επόμενη μέρα. Κι όμως όλα αυτά κάτι μας θυμίζουν από πραγματική ζωή. Τις «συνηθισμένες» καταστάσεις που συμβαίνουν γύρω μας και που βρίσκουν τους εχθρούς να ξυπνούν στο ίδιο σπίτι το άλλο πρωί. Μια παράσταση που αξίζει να δείτε.
e1Έφη Μαρίνου – ΟΝ OFF της Ελευθεροτυπίας – 11/11/2007

Ως τώρα έχουμε ακούσει να ασχολούνται με τη λεβεντιά του Έλληνα, με το ρομαντισμό του Έλληνα, με την καπατσοσύνη του Έλληνα. Με την τσαντίλα του Έλληνα δεν θυμάμαι να ασχολήθηκε κανείς. Η θεατρική μεταφορά του σεναρίου απέδωσε πλήρως το ουσιαστικό περιεχόμενο και το δήλωσε ξεκάθαρα στη σκηνή του θεάτρου «Βικτώρια». Το πρόβαλε και το ανέδειξε. Όλοι ανεξαιρέτως, το υπερασπίστηκαν έξοχα.
Παναγιώτης Τιμογιαννάκης – ΕΛΕΥΘΕΡΟΣ ΤΥΠΟΣ – 31/10/07

Mparas4Οι καταιγιστικοί ρυθμοί της παράστασης, με σιωπές και παύσεις εύγλωττες, δεν κουράζουν. Οι υποκριτικές περασμένες απ’ το «ψιλό βελόνι». Με ένα «ρεαλισμό» της κερματισμένης και του ραγισμένου καθρέφτη, που είναι η άλλη όψη μιας αιμορραγούσας ζωής, η οποία εξακολουθεί, αντιδρώντας έστω σπασμωδικά να αντιστέκεται σθεναρά στους πολλαπλούς ομαδικούς βιασμούς της, από εχθρούς και φίλους, δικούς ή ξένους.
Θεατρική κριτική του Λέανδρου Πολενάκη – ΑΥΓΗ – 21/10/07

Georgiadis2H παράσταση πετυχαίνει το σκοπό της: καταφέρνει να ταρακουνήσει ακόμη και όσους πηγαίνουν να κάνουν χαβαλέ με την ποικιλία βωμολοχιών που εκτοξεύονται προς πάσα κατεύθυνση.
Από τη ΣΤΕΛΛΑ ΠΑΡΑΣΧΑ – BLOW – 13/10/07

Katinas2Στα χρόνια του Μινωτή το θεατρικό “Σπιρτόκουτο” θα θεωρούνταν, ενδεχομένως, ένα αντισυμβατικό βδέλυγμα για τη θεατρική τέχνη «του υψηλού και του ωραίου». Σήμερα μας είναι τόσο οικείο όχι γιατί συνηθίσαμε σε τέτοιου τύπου παραστάσεις αλλά γιατί συνηθίσαμε σε τέτοιου τύπου ζωή.
Γιάννης Κουκουλάς ΠΟΝΤΙΚΙ ΑRT 18/10/2007

Lampiri2Υπήρξε ταινία σταθμός στον νεότατο ελληνικό κινηματογράφο. Ρεκόρ διεκδικεί και στη θεατρική του μεταφορά. Ρεκόρ στη βρισιά, στη φωνή και στην αντάρα! Μια εξαιρετικά καλοστημένη παράσταση, κατά την οποία οι θεατές κρέμονται από το βρομόστομα των πρωταγωνιστών. Να πάτε, δεν θα κουφαθείτε!
Άρης Μαλανδράκης – «Ε» της Ελευθεροτυπίας – 2/12/2007

Dendrinou2Η θεατρική μεταφορά της κινηματογραφικής επιτυχίας, με σκηνοθετικό θάρρος και ερμηνείες στα όρια του ρεαλισμού και της σκληρότητας.
Αγγελική Πανταλέων – ΠΡΩΤΟ ΘΕΜΑ 18/11/07

Η πιο έκρυθμη, διαβολικά παλλόμενη ταινία του ελληνικού κινηματογράφου μεταφέρεται επιδέξια στο θέατρο, εγκαινιάζοντας μια νέα πορεία για το έργο.
Δημήτρης Φοινίτσης –ET Weekly – 18/11/07

Η παράσταση στο θέατρο Βικτώρια δυστυχώς δεν μπόρεσε να φτάσει (κατ’ αναλογία, αφού ο θεατρικός κώδικας έχει διαφορετικά ποιοτικά χαρακτηριστικά από τον κινηματογραφικό) τον πήχυ στο ύψος που τον τοποθέτησε η ταινία.
Πρώτα και κύρια έλειψε από την παράσταση η υποκριτική δύναμη, η οποία στην ταινία σε παίρνει από την αρχή και σε αφήνει λίγο πριν από το τέλος της.
Ματίνα Καλτάκη – ΕΠΕΝΔΥΤΗΣ – 3/11/2007

Ας το πούμε από την αρχή: το σοκ που δημιουργεί η ταινία του Γιάννη Οικονομίδη δεν επαναλαμβάνεται εύκολα. Ο Δημήτρης Κομνηνός προσπάθησε με θάρρος να μεταφέρει στη σκηνή του θεάτρου Βικτώρια το θηρίο του Οικονομίδη. Μια ασφαλώς συμπαθητική προσπάθεια που, και λόγω ηχούς από τον κρότο της ταινίας, υποψιάζομαι ότι θα ελκύσει το ενδιαφέρον του κοινού στη συνέχεια. Η μεταφορά όμως δεν είναι απολύτως πειστική.
Γρηγόρης Ιωαννίδης – ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ – 13/10/2007

Έτσι πέρασε το «Σπιρτόκουτο» από το πανί στο σανίδι

•23 Οκτωβρίου, 2007 • Σχολιάστε

Komninos2ΟικονομίδηςΟι δυο σκηνοθέτες, ο Γιάννης Οικονομίδης της ταινίας και ο Δημήτρης Κομνηνός της θεατρικής διασκευής μιλούν στο «ΘΕΜΑ» για την συνεργασία τους και για το cult έργο που τέσσερα χρόνια μετά την κινηματογραφική του επιτυχία ανεβαίνει στο θέατρο.

Επιτομή της μικροαστικής οικογενειακής χυδαιότητας. Αβάσταχτα ρεαλιστική. Ή πολύ απλά, cult. Όπως και να ‘χει, το «Σπιρτόκουτο» είναι μια ταινία που κατάφερε εν μια νυκτί να καταστήσει τον σκηνοθέτη της, τον Γιάννη Οικονομίδη, talk of the town. Τώρα αυτή η ταινία-ορόσημο του σύγχρονου ελληνικού σινεμά, μεταπηδά από το κινηματογραφικό πανί στο σανίδι του θεάτρου Βικτώρια, υπό την σκηνοθετική ευθύνη του Δημήτρη Κομνηνού. Και με αφορμή αυτό το πέρασμα οι δυο σκηνοθέτες μίλησαν στο «ΘΕΜΑ» για το «Σπιρτόκουτο», για τη συνεργασία τους και για τον αντίκτυπο του έργου τους στη νέα γενιά.

Κύριε Κομνηνέ πως προέκυψε η συνεργασία με τον Γιάννη Οικονομίδη και αποφασίσατε να μεταφέρετε το «Σπιρτόκουτο» από το σινεμά στο θεατρικό σανίδι;

Δ.Κ.: Η περιπέτεια αυτή ξεκίνησε ένα βράδυ στη ταβέρνα του Κώστα Ξυκομηνού, όπου ο Γιάννης μας είχε καλέσει με την ομάδα μου για να φάμε μαζί. Εκεί που καθόμασταν λοιπόν, ο Γιάννης με ρώτησε τι ετοιμάζω για την επόμενη σαιζόν. Μόλις του εξήγησα πως ήμουν σε μανιώδη αναζήτηση έργου, ο Γιάννης μου πρότεινε να ανεβάσω το «Σπιρτόκουτο». Η πρώτη μου αντίδραση ήταν σαφώς θετική. Ωστόσο δεν απάντησα αμέσως «ναι», γιατί ήθελα να δω το έργο προσεκτικά. Στην πραγματικότητα ήθελα να δω αν μπορεί να μεταπηδήσει από το πανί στο σανίδι χωρίς να κινδυνεύσει η ουσία του. Γιατί ναι μεν το «Σπιρτόκουτο» έχει στοιχεία θεατρικότητας στην κινηματογραφική του εκδοχή, αλλά δεν είχα μια σαφή εικόνα για το πως θα μπορούσε να αναπαραχθεί κάτι τέτοιο θεατρικά.

Δηλαδή εσείς κύριε Οικονομίδη, είχατε ήδη φανταστεί το «Σπιρτόκουτο» να μεταφέρεται από το κινηματογραφικό πανί στο θεατρικό σανίδι;

Γ.Ο.: Μετά την ταινία πολύς κόσμος με είχε πρήξει να σκεφτώ το «Σπιρτόκουτο» σαν θεατρικό έργο και να το ανεβάσω στο θέατρο. Από μια άποψη είχαν δίκιο, γιατί οι αρετές της ταινίας σε ότι αφορά την θεατρικότητα είναι εμφανείς. Για παράδειγμα είναι στιβαρή δραματουργικά, βασίζεται πολύ στο λόγο και εκτυλίσσεται σε περιορισμένο χώρο. Η αλήθεια είναι πως εγώ δεν ήθελα να εμπλακώ, γιατί είμαι κινηματογραφιστής και πιστεύω πως ο καθένας πρέπει να κάθεται στον πάγκο του. Πάντως η συνεργασία με τον Δημήτρη ευνοήθηκε και από μια καλή συγκυρία, αφού είχα δει την προηγούμενη δουλειά της ομάδας του (τη «Φαλακρή Τραγουδίστρια» του Ιονέσκο) που μου άρεσε πολύ και μετά γνώρισα τον Δημήτρη, που επίσης μου άρεσε πολύ ως άνθρωπος. Κάπως έτσι αποφάσισα να ρίξω την ιδέα.

Και τελικά; Κάθισε ο καθένας στον πάγκο του; Θέλω να πω, δεν είναι τόσο εύκολη η συνεργασία δυο δημιουργών.

Δ.Κ.: Ο Γιάννης ήταν πρόθυμος να βοηθήσει αλλά ταυτόχρονα κράτησε και την ιδανική απόσταση. Δηλαδή, δεν ήταν ούτε μέσα στα πόδια μου, ούτε πολύ μακριά από μένα. Απλά όποτε τον χρειαζόμουν, ήταν εκεί και οι απαντήσεις του ήταν πάντα ουσιώδεις.

Από την πλευρά σας κύριε Οικονομίδη φαντάζομαι πως δεν θα ήταν πολύ εύκολο να βλέπετε το έργο σας να αλλάζει μορφή.

Γ.Ο.: Ευτυχώς που το βήμα έγινε τέσσερα χρόνια μετά την ταινία. Γιατί, αν είχε γίνει δυο χρόνια μετά, μπορεί να μην ήθελα να δω το «Σπιρτόκουτο» στη θεατρική σκηνή. Μετά από τέσσερα χρόνια όμως, το έργο έχει φύγει από μένα. Έχει ταξιδέψει, έχει την αυτονομία του, ενώ κι εγώ έχω προχωρήσει κινηματογραφικά.

Για εσάς κύριε Κομνηνέ, φαντάζομαι πως το στοίχημα θα ήταν να μη μιμηθείτε την ταινία.

Δ.Κ.: Ακριβώς. Η πολύμηνη εργασία μας επικεντρώθηκε στο να απομακρυνθούμε από την ταινία αλλά όχι από το έργο, από την ουσία του. Από την πρώτη μας συνάντηση ο Γιάννης μου είχε πει «πάρε το Σπιρτόκουτο και καν ‘το ότι θες»…

Γ.Ο.: «Βίασε το», του είπα

Δ.Κ.: Έτσι όταν ξεκινήσαμε να δουλεύουμε, συμφωνήσαμε να αφήσουμε πίσω μας την ταινία και να δοκιμάσουμε κάτι καινούριο. Κάναμε μια νέα διασκευή για να μαλακώσουμε λίγο τις εντάσεις. Δοκιμάσαμε μια δεύτερη εκδοχή όπου το έργο θα ήταν πιο κωμικό. Σχεδιάσαμε μια τρίτη διασκευή πειράζοντας κάπου τους χαρακτήρες. Τρεις μήνες φάγαμε τις σάρκες μας για να καταλήξουμε στο συμπέρασμα πως το «Σπιρτόκουτο» είναι το «Σπιρτόκουτο» που έφτιαξε ο Οικονομίδης. Οι εντάσεις, είναι αναπόσπαστο κομμάτι της ουσίας του έργου. Είναι μέρος της θεματολογίας του. Και το αποτέλεσμα ήταν να πειράξουμε μόνο τα στοιχεία της ταινίας που δεν ταιριάζουν με τη θεατρική σύμβαση.

Συνεχίστε την ανάγνωση ‘Έτσι πέρασε το «Σπιρτόκουτο» από το πανί στο σανίδι’

Ο Δημήτρης Κομνηνός κάνει πόλεμο σε τέσσερις τοίχους!

•5 Οκτωβρίου, 2007 • Σχολιάστε

Μυρόεσσα Μεταξά @ mixtape.gr

Γεννήθηκε στη Νέα Υόρκη, σπούδασε στη Βοστόνη, δούλεψε κιόλας εκεί, μετάφρασε και Τενεσσί Ουίλλιαμς, υπήρξε και βοηθός του Ανδρέα Βουτσινά και το 2004 έφτιαξε τους 90°C και σκηνοθέτησε την ομώνυμη παράσταση. Ακολούθησε η «Φαλακρή Τραγουδίστρια» και φέτος έρχεται να ταράξει τους θεατές του με το «Σπιρτόκουτο«. Τη θεατρική μεταφορά της ταινίας του Γιάννη Οικονομίδη που πριν λίγα χρόνια μας πήρε τα μυαλά.

Επέλεξες το Σπιρτόκουτο με ποιο σκεπτικό;

Το Σπιρτόκουτο είναι ένα σύγχρονο έργο τελευταίας γενιάς. Ένα έργο που αφορά στο σήμερα. Το τώρα. Η οικογένεια του Δημήτρη είναι για πολλούς από εμάς η οικογένεια της διπλανής πόρτας ή ακόμα χειρότερα, η δική μας. Η γενιά του ’80, των πενηντάρηδων της αρπαχτής, του φραπέ, που είναι παρούσα στα πράγματα σήμερα. Με ολέθριες, δυστυχώς, συνέπειες. Αυτό για εμάς εκτός από επίκαιρο, ζωντανό είναι και το ιστορικό στοιχείο του έργου που είμαι βέβαιος πως θα αντέξει στο χρόνο.

komninosΜήπως το θέατρο περνάει την ίδια κρίση με το ελληνικό σινεμά- δεν έχει «σενάρια» καλά δηλαδή και έφτασε η στιγμή να αλληλοβοηθηθούν;

Η σχέση του σινεμά με το θέατρο είναι σαφές ότι προέρχεται από την έλλειψη σύγχρονου – σημερινού ελληνικού δραματολογίου που την βιώνουμε έντονα εδώ και αρκετά χρόνια. Ευτυχώς τις πρόσφατες σεζόν, έχουμε δει πολύ πετυχημένες μεταφορές κινηματογραφικών έργων στο σανίδι. Ελπίζω κάποτε, σύντομα, να δούμε και καλές κινηματογραφικές μεταφορές σύγχρονων ελληνικών θεατρικών έργων. Πιστεύω στη «συνομιλία» των τεχνών και θεωρώ πως ο διάλογος που διεξάγεται τα τελευταία χρόνια είναι γόνιμος ακόμα και όταν αυτός καταφεύγει στην υπερβολή του.

Τι συναισθήματα σου είχε προκαλέσει η ταινία του Γιάννη Οικονομίδη παρακολουθώντας την;

Δυσφορίας και έντονου εκνευρισμού. Μου πήρε ώρα να συνέλθω. Δυστυχώς όλα αυτά μου είναι πολύ οικεία… Σχεδόν αφόρητα οικεία. Πάντως έχει και μια κωμική διάσταση το έργο σχεδόν διεστραμμένη. Οι χαρακτήρες είναι ταυτόχρονα τραγικοί και γελοίοι.

Δεν σας φόβισε η σύγκριση με ένα προϊόν που έχει αποκτήσει φανατικούς θαυμαστές αλλά και εχθρούς από τότε που προβλήθηκε (πρωτοφανές για τα ελληνικά δεδομένα);

Το αντίθετο. Για μας αυτό αποτέλεσε μια επιπλέον πρόκληση. Η ταινία, όπως είπατε, έχει φανατικούς θαυμαστές και φανατικούς εχθρούς. Κοιτάξτε, συχνά λέω πως όσα ζευγάρια μάτια μας παρακολουθούν, άλλες τόσες απόψεις θα εισπράξουμε. Το θέατρο είναι η μόνη τέχνη που «συνομιλεί» απ’ ευθείας με το κοινό. Εκείνη τη στιγμή. Είναι η τέχνη του τώρα. Αυτή είναι και η ουσία του θεάτρου. Η πολυχρωμία του. Εκεί κρύβεται η ανθρωπιά του και το φως. Δεν μπορεί κανείς να εργάζεται στο θέατρο για τον μέσο όρο. Το θεωρώ λάθος και αντι -καλλιτεχνικό. Θα θεωρήσω επομένως τιμή μας αν καταφέρουμε να εισπράξουμε τις ανάλογες, όσο αντιφατικές ή έντονες κι αν είναι, αντιδράσεις του κόσμου.

Συνεχίστε την ανάγνωση ‘Ο Δημήτρης Κομνηνός κάνει πόλεμο σε τέσσερις τοίχους!’

Matchbox Insider

•30 Σεπτεμβρίου, 2007 • Σχολιάστε

Αποσπάσματα από τις πρόβες…

«Δεν μεγαλώσαμε όλοι στο σπίτι στο λιβάδι»

•30 Σεπτεμβρίου, 2007 • Σχολιάστε

Του ΓΙΩΡΓΟΥ ΒΙΔΑΛΗ @ enet.gr

Η συχνή καταπίεση ενός μικρομεσαίου πατέρα στη φαμίλια του, η ασφυκτική συμβίωση με τις παρενέργειές της, η «έκρηξη» επιβίωσης όλων.

Το κοινωνικά τολμηρό έργο του σκηνοθέτη Γιάννη Οικονομίδη «Το σπιρτόκουτο» έκανε αίσθηση ως ταινία στο Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης το 2003. Τώρα ζωντανεύει στο ανακαινισμένο θέατρο «Βικτώρια», σε θεατρική διασκευή Χαράς Τσιώλη και σκηνοθεσία Δημήτρη Κομνηνού (η πρεμιέρα στις 4 Οκτωβρίου στην Κεντρική Σκηνή).

Το βασικό ρόλο του αυταρχικού και φωνακλά πατέρα ερμηνεύει ο Κώστας Μπάρας, που έχει μια 22χρονη διαδρομή επί σκηνής.

– Πώς θα περιέγραφες τον ήρωα, το χαρακτήρα που ερμηνεύεις;

«Ο Δημήτρης έχει μια καφετέρια στον Κορυδαλλό. Ονειρεύεται όμως ν’ ανοίξει και ένα πιάνο-ρέστοραν. Και του την «πέφτει» όλο το σόι! Κι αυτός αντιδράει. Αυτή τη μέρα όμως, με τρελή ζέστη και υγρασία και το ερ-κοντίσιον χαλασμένο, αυτή η αντί-δράση προκαλεί σπίθα, η σπίθα ανάφλεξη… έκρηξη… και πάει λέγοντας… μέχρι που στο τέλος… Αρκετά όμως με την υπόθεση του έργου.

Ο ήρωάς μας δεν είναι σίγουρα το «ιδανικό μοντέλο» πατέρα, αλλά, δυστυχώς, είναι ένα «είδος» που φοβάμαι πως ευδοκιμεί παγκοσμίως και ανά τους αιώνες! Ο ίδιος ο Οικονομίδης πιστεύει πως είναι χαρακτηριστικό της μικρομεσαίας τάξης. Εγώ δυστυχώς δεν είμαι τόσο… αισιόδοξος! Φοβάμαι πως τέτοια φαινόμενα αποτελούν μια μικρή «επιδημία»».

Συνεχίστε την ανάγνωση ‘«Δεν μεγαλώσαμε όλοι στο σπίτι στο λιβάδι»’

Νεοελληνικό άρωμα στο σανίδι

•25 Σεπτεμβρίου, 2007 • Σχολιάστε

Της ΕΦΗΣ ΜΑΡΙΝΟΥ – φωτ.: Π. ΠΕΤΡΟΠΟΥΛΟΣ @ enet.gr

Κάποτε η ιδιότητα «θεατρικός συγγραφέας» ήταν σαφέστερη. Σήμερα τα όρια ανάμεσα στον συγγραφέα, τον ηθοποιό και τον σκηνοθέτη έγιναν δυσδιάκριτα. Νέοι ηθοποιοί γράφουν και ανεβάζουν οι ίδιοι τα έργα τους. Ομάδες που, συχνά, συσπειρώνονται αμέσως μετά την αποφοίτησή τους από τις δραματικές σχολές, δουλεύουν συλλογικά και συνθέτουν δραματουργικά την παράσταση, που βασίζεται σε μια αρχική ιδέα και στους αυτοσχεδιασμούς των προβών.

Επίσης, έργα από το σινεμά και από το μυθιστόρημα δραπετεύουν προς το θέατρο. Ανθρωποι από τη λογοτεχνία, τον κινηματογράφο, τη διαφήμιση φλερτάρουν με τη σκηνή. Κάποιοι απ’ αυτούς εκτιμούν ότι η εμπλοκή τους είναι πάρεργο, άλλοι όμως θεωρούν πως οι τέχνες είναι συγκοινωνούντα δοχεία.

* Από τον κινηματογράφο έρχεται στη σκηνή κι ένα «Σπιρτόκουτο» που πριν από μερικά χρόνια έβαλε φωτιές… Τη σκηνική διασκευή της ταινίας του Γιάννη Οικονομίδη παρουσιάζει η ομάδα «90 Βαθμοί Κελσίου» στο θέατρο «Βικτώρια», σε σκηνοθεσία Δ. Κομνηνού. Ενα μικρό, πνιγηρό διαμέρισμα συμπυκνώνει τη μιζέρια, τη μοναξιά, τη βία και τα οικονομικά αδιέξοδα μιας μικροαστικής οικογένειας.

Κι αν στις προθέσεις του Π. Μάτεσι ήταν να προστατεύσει το μυθιστόρημά του αναλαμβάνοντας την διασκευή, ο Γιάννης Οικονομίδης κινήθηκε στον αντίποδα.

«Είπα στο Δημήτρη «ξέσκισέ το όσο πιο πολύ μπορείς». Δε με νοιάζει να ασελγήσουν πάνω του, να του αλλάξουν τα φώτα. Εχω μια άποψη συγκεκριμένη για το θέμα. Βλέπω την τέχνη μέσα στην κοινωνική της μετάγγιση. Μου ζήτησαν το έργο για κόμικ, όπως κι ένα ραπ συγκρότημα ηχητικά αποσπάσματα. Γιατί όχι; Το έργο έχει ήδη μια αξία. Δεν χρειάζεται να το προστατεύσω από κάτι. Αυτού του είδους η σοβαροφάνεια και η ματαιοδοξία αντίκεινται στο πνεύμα της ταινίας. Μη νομίζετε, άλλωστε, ότι έχω σε μεγάλη εκτίμηση αυτά που έχω κάνει. Αλλοι ενθουσιάστηκαν με το «Σπιρτόκουτο» κι άλλοι φρικάρησαν. Θεωρήθηκε σκληρή ταινία. Εγώ δεν τη βρίσκω τόσο σκληρή. Ενα έργο είναι, πάνω στη γελοιότητα του μικρομεσαίου. Σε αντίθεση με το ελληνικό σινεμά, που βρίσκεται στην απόλυτη απαξίωση από πλευράς κοινού, το θέατρο ακμάζει. Ηθελα ο σκηνοθέτης να κάνει ό,τι θέλει με το έργο. Ούτε ρωτάω ούτε ερωτώμαι. Ακόμα και η πιο καλοπροαίρετη παρέμβασή μου πιστεύω ότι θα τον εμπόδιζε. Επειδή έχω ταλαιπωρηθεί πολύ στο σινεμά με όλους αυτούς που, παρεμβαλλόμενοι, πριονίζουν την ελευθερία μου, ήθελα να παίξει μπάλα με όποιο κόστος».

Παρ’ όλο που έχει περάσει απ’ το μυαλό του να γράψει θεατρικό, ο Γ. Οικονομίδης δεν βιάζεται. «Μου έχουν προτείνει μέχρι και να σκηνοθετήσω στο θέατρο. Σέβομαι τους ξένους χώρους. Το τσαλαβούτημα δεν μ’ αρέσει. Σήμερα όλοι τα κάνουν όλα: ταινίες, θέατρο, τηλεόραση, Κοινοβούλιο. Είμαι υπέρ της ελευθερίας, όχι της ελευθεριότητας και της αρπαχτής».

Radio Spot

•25 Σεπτεμβρίου, 2007 • Σχολιάστε

Το ραδιοφωνικό spot της παράστασης που παίζει ήδη σε επιλεγμένους ραδιοφωνικούς σταθμούς.
Η ίδια η παράσταση, από 4 Οκτωβρίου στο Θέατρο Βικτώρια

«Σπιρτόκουτο», στα… μούτρα

•24 Σεπτεμβρίου, 2007 • Σχολιάστε

KomninosΣκληρό, βίαιο, απωθητικό. Το χρονικό ενός πολέμου σε τέσσερις τοίχους. To «Σπιρτόκουτο» του Γιάννη Οικονομίδη δεν είναι από τις ταινίες που χαϊδεύουν τον θεατή. Τον κάνουν να αισθάνεται άβολα και βασανιστικά με την απάνθρωπη ρεαλιστική ατμόσφαιρα που περιγράφει. Το θεατρικό ανέβασμα της πρώτης μεγάλου μήκους ταινίας του Γ. Οικονομίδη που διακρίθηκε με το βραβείο της Πανελλήνιας Ενωσης Κριτικών Κινηματογράφου το 2003, ήταν πρόκληση για την ομάδα 90οC. Πολύ περισσότερο που η πρόταση προήλθε από τον ίδιο τον δημιουργό της.

Ηταν αυτό ακριβώς που έψαχνε ο Δημήτρης Κομνηνός. «Το θέατρο ζει μια κρίση δραματολογίου. Αναζητώντας το νέο, αρχίζει να πειράζει το κλασικό σε βαθμό κακουργήματος, τα καινούργια έργα είναι περισσότερο εικαστικά παρά ουσίας. Το Σπιρτόκουτο είναι σκληρό, με πολλά στοιχεία κλασικού. Διαδραματίζεται σε ένα σπίτι, οι χαρακτήρες είναι σχεδόν αρχετυπικοί παρότι η γλώσσα τους είναι επιφανειακή και χυδαία». Ο σκηνοθέτης περιγράφει την ελληνική πραγματικότητα χωρίς να μασάει τα λόγια του. «Τοποθετείται στη δεκαετία του ’80. Την εποχή που έχουμε την άνοδο της μεσαίας τάξης, την άνθηση του νεοπλουτισμού, το σύνθημα “Τσοβόλα δώσ’ τα όλα”. Μια εποχή που πολλοί έφυγαν από τα χωριά για το εύκολο χρήμα. Εχουμε τη γενιά της καφετέριας και του φραπέ. Οι ήρωές του τότε είναι οι 50άρηδες του έργου, μια γενιά που την κρέμασαν. Παρούσα και σήμερα δυστυχώς, έχει αναπαράξει την ίδια νοοτροπία και στα παιδιά της».

Με επτά ηθοποιούς

Κεντρικό πρόσωπο ο Δημήτρης. Ο φωνακλάς πάτερ φαμίλιας, ιδιοκτήτης καφετέριας στον Κορυδαλλό, με όνειρο ένα κυριλέ ρεστοράν με πιάνο. Επτά ηθοποιοί –Κώστας Μπάρας, Τζένη Σκαρλάτου, Μελέτης Γεωργιάδης, Μαριάννα Λαμπίρη, Γιώργος Κατινάς, Χριστίνα Δενδρινού, Αρης Τσαμπαλίκας– σε ένα ανοιχτό σκηνικό (κατατομή του σπιτιού) αναλαμβάνουν το φορτίο αυτής της εφιαλτικής και αφόρητα οικείας δράσης. «Τονίζουμε τους χαρακτήρες, τη μάχη των δύο φύλων, τη μάχη της εξουσίας μεταξύ των μελών μιας οικογένειας». Συμπαθής δεν είναι κανείς εδώ. Είναι η ελληνική οικογένεια στη χειρότερή της στιγμή.

Το περιγράφει «θέατρο στα μούτρα». Οπως της Σάρα Κέιν. «Το Σπιρτόκουτο είναι η μοναδική ελληνική ταινία που γνωρίζω, η οποία έχει οργανωμένο φαν κλαμπ. Υπάρχει μια γενιά πιστή σ’ αυτό το είδος. Νέα παιδιά που δηλώνουν φανατικοί σπιρτοκουτάκηδες».

Η εμπειρία της φρέσκιας ομάδας του, τού αποκαλύπτει κι άλλες συνήθειες. «Η γενιά των 25άρηδων έκλεισε την τηλεόραση, βγήκε από το σπίτι και πήγε θέατρο. Φαίνεται και στο Αμόρε, το Θέατρο του Νέου Κόσμου, το Πορεία, το Επί Κολωνώ, το Εθνικό… Συμβαίνει την τελευταία τετραετία. Είναι παιδιά που τα απωθούν τα εμπορικά ονόματα και τα τηλεοπτικά πρότυπα. Είναι η ελπίδα».

Συνεχίστε την ανάγνωση ‘«Σπιρτόκουτο», στα… μούτρα’

ΠΡΟΣΟΧΗ… ΚΑΙΕΙ!

•21 Σεπτεμβρίου, 2007 • Σχολιάστε

Ο Δημήτρης Κομνηνός + η ομάδα 90°C παρουσιάζουν από 4 Οκτωβρίου τη θεατρική διασκευή της κινηματογραφικής επιτυχίας «Σπιρτόκουτο» του πολυβραβευμένου σκηνοθέτη Γιάννη Οικονομίδη.

Το «ΣΠΙΡΤΟΚΟΥΤΟ» είναι το «αιματηρό» χρονικό ενός πολέμου σε τέσσερις τοίχους! Το μακελειό μεταξύ των μελών μιας «αγίας» ελληνικής οικογένειας, όπου ο ένας έχει κυριολεκτικά καταπατήσει τη ζωή του άλλου. Κεντρικό πρόσωπο του έργου είναι ο Δημήτρης, ένας φωνακλάς πάτερ φαμίλιας, ιδιοκτήτης καφετέριας στον Κορυδαλλό που ονειρεύεται να ανοίξει παράλληλα ένα σινιέ εστιατόριο με πιάνο. Ο Δημήτρης είναι ο απόλυτος κυρίαρχος στα τετραγωνικά του διαμερίσματος μέσα στο οποίο ανακυκλώνει την κακότροπη συμπεριφορά του εξαντλώντας τις αντοχές της υπόλοιπης οικογένειας ώσπου…

Το «Σπιρτόκουτο» τάραξε τα λιμνάζοντα νερά του ελληνικού σινεμά ξεσηκώνοντας θύελλα συζητήσεων ενώ διακρίθηκε με το βραβείο της Πανελλήνιας Ένωσης Κριτικών Κινηματογράφου (Π.Ε.Κ.Κ.) στο 44ο Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης το 2003.

ΣΥΝΤΕΛΕΣΤΕΣ:

Θεατρική διασκευή: Χαρά Τσιώλη
Σκηνοθεσία: Δημήτρης Κομνηνός

Σκηνικά / Κοστούμια: Γιώργος Λυντζέρης

Μουσική & Video: Ανδρέας Τρούσσας
Φωτισμοί: Αντώνης Παναγιωτόπουλος

Επιμέλεια Κίνησης: Πάνος Μεταξόπουλος

ΠΑΙΖΟΥΝ:

ΔΗΜΗΤΡΗΣ: Κώστας Μπάρας
ΜΑΡΙΑ: Τζένη Σκαρλάτου
ΓΙΩΡΓΟΣ: Μελέτης Γεωργιάδης
ΜΑΡΓΑΡΙΤΑ: Μαριάννα Λαμπίρη
ΒΑΓΓΕΛΗΣ: Γιώργος Κατινάς
ΛΟΥΚΑΣ: Άρης Τσαμπαλίκας
ΚΙΚΗ: Χριστίνα Δενδρινού

ΠΑΡΑΣΤΑΣΕΙΣ:

Πέμπτη, Παρασκευή, Σάββατο: 9:30 μ.μ.
Λαϊκή απογευματινή Κυριακή: 8:15 μ.μ.

Κρατήσεις στο 210 – 8233125.